Education Sciences (PhD) / Επιστήμες της Αγωγής (PhD)
Permanent URI for this collection
Browse
Browsing Education Sciences (PhD) / Επιστήμες της Αγωγής (PhD) by Author "Βρυωνίδης, Μάριος"
Now showing 1 - 2 of 2
Results Per Page
Sort Options
- PublicationΗ διερεύνηση των παραγόντων που σχετίζονται με την ετοιμότητα των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης να διδάξουν θέματα Σεξουαλικής Διαπαιδαγώγησης στη δημόσια εκπαίδευσης της Κύπρου(Σχολή Επιστημών Αγωγής, Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών : Πρόγραμμα Σπουδών : Επιστήμες της Αγωγής : Τμήμα Επιστημών της Αγωγής, 2022-06-30)
;Λουκαΐδου, ΒασιλικήΒρυωνίδης, ΜάριοςΗ αναγκαιότητα για Περιεκτική Σεξουαλική Διαπαιδαγώγηση (ΠΣΔ), η οποία βασίζεται στα ανθρώπινα δικαιώματα και προσεγγίζει τη σεξουαλικότητα ολιστικά και εντός του πλαισίου της γνωστικής, σωματικής, συναισθηματικής και κοινωνικής ανάπτυξης των παιδιών και των εφήβων, είναι κοινά αποδεκτή, με τη συντριπτική πλειοψηφία των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να την έχουν εντάξει στα δημόσια σχολεία τους. Η ένταξη της Σεξουαλικής Διαπαιδαγώγησης (ΣΔ) στην Κύπρο θεωρείται ως μία καινοτόμα εκπαιδευτική παρέμβαση, λαμβάνοντας υπόψη το κυπριακό συγκείμενο το οποίο χαρακτηρίζεται από έντονες παραδοσιακές κοινωνικές, πολιτικές και θρησκευτικές αντιλήψεις, οι οποίες σύμφωνα και με τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας φαίνεται να επιδρούν αρνητικά ως προς την αποτελεσματική εφαρμογή της ΠΣΔ στα σχολεία, η οποία σύμφωνα με το Υπουργείο Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας (ΥΠΑΝ) περιλαμβάνεται στο μάθημα της Αγωγής Υγείας στη Δημοτική Εκπαίδευση και, κυρίως, στα μαθήματα της Οικιακής Οικονομίας και Βιολογίας της Μέσης Εκπαίδευσης. Στην Κύπρο πραγματοποιήθηκαν λίγες και μικρής έκτασης έρευνες για το ζήτημα της αποτελεσματικής εφαρμογής της ΠΣΔ, οι οποίες υπέδειξαν την ανάγκη για περαιτέρω διερεύνηση των παραγόντων που σχετίζονται με την εκπαιδευτική ετοιμότητα των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης να διδάξουν θέματα ΣΔ. Συνεπώς, σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να διερευνήσει τους παράγοντες ετοιμότητας των εκπαιδευτικών της Δημοτικής Εκπαίδευσης που διδάσκουν το μάθημα Αγωγή Υγείας στις τάξεις Ε΄ και Στ΄, και των εκπαιδευτικών της Μέσης Εκπαίδευσης (Οικιακής Οικονομίας και Βιολογίας), οι οποίοι/ες διδάσκουν θέματα Περιεκτικής Σεξουαλικής Διαπαιδαγώγησης στις τάξεις του Γυμνασίου και του Λυκείου των δημόσιων σχολείων. Τα κύρια ερευνητικά ερωτήματα είναι τα ακόλουθα: • Ποιοι είναι οι παράγοντες που επηρεάζουν τον βαθμό ετοιμότητας των εκπαιδευτικών στη διδασκαλία θεμάτων Περιεκτικής Σεξουαλικής Διαπαιδαγώγησης; • Ποιες είναι οι βασικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι εκπαιδευτικοί στη διδασκαλία και στη διαχείριση θεμάτων Περιεκτικής Σεξουαλικής Διαπαιδαγώγησης; Η μεθοδολογία η οποία εφαρμόστηκε για να επιτευχθεί ο σκοπός και να απαντηθούν τα ερευνητικά ερωτήματα είναι αυτή της μικτής ερευνητικής προσέγγισης η οποία βασίστηκε σε δύο φάσεις. Στην πρώτη φάση η συλλογή δεδομένων επιτεύχθηκε μέσω της συμπλήρωσης ενός ερωτηματολογίου από 318 εκπαιδευτικούς Δημοτικής και Μέσης Εκπαίδευσης, η οποία στόχευε στη συλλογή μετρήσιμων στοιχείων τα οποία αφορούσαν στη διερεύνηση των παραγόντων που επηρεάζουν τον βαθμό ετοιμότητας των εκπαιδευτικών στη διδασκαλία θεμάτων ΠΣΔ. Στη δεύτερη φάση της ερευνητικής διαδικασίας, πραγματοποιήθηκε η συλλογή ποιοτικών δεδομένων μέσω ημιδομημένων συνεντεύξεων, ώστε να επιτευχθεί η βαθύτερη κατανόηση των παραγόντων που επηρεάζουν τον βαθμό ετοιμότητας των εκπαιδευτικών να διδάξουν τα διάφορα θέματα της ΠΣΔ, αλλά και να αναπτυχθούν ξεκάθαρες απόψεις σε σχέση με τις προκλήσεις και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί στη διδασκαλία και στη διαχείριση αυτών των θεμάτων σε επίπεδο τάξης και ευρύτερου σχολικού περιβάλλοντος. Στη δεύτερη φάση συμμετείχαν 17 εκπαιδευτικοί και 8 εκπρόσωποι εκπαιδευτικών φορέων οι οποίοι διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην προώθηση της επιτυχημένης εφαρμογής του αναλυτικού προγράμματος του περιεχομένου της ΣΔ και για αυτό το λόγο η υποκειμενική εμπειρία τους κρίθηκε απαραίτητη ειδικά στο υπό διερεύνηση ευαίσθητο θέμα. Τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας καταδεικνύουν ότι η ΠΣΔ δεν εφαρμόζεται επαρκώς στα δημόσια σχολεία της Κύπρου εξαιτίας διαφόρων θεσμικών και οργανωτικών προκλήσεων που καλείται το ΥΠΑΝ να αντιμετωπίσει και να διαχειριστεί και που φαίνεται να επηρεάζουν παράλληλα την ετοιμότητα των εκπαιδευτικών να διδάσκουν αποτελεσματικά θέματα ΠΣΔ. Αυτές οι προκλήσεις και δυσκολίες αφορούν κυρίως στην απουσία θεσμοθέτησης, αξιολόγησης και λογοδοσίας σε σχέση με την εφαρμογή της ΠΣΔ, στον μειωμένο διαθέσιμο διδακτικό χρόνο εξαιτίας του υφιστάμενου ωρολογίου προγράμματος, στο ανεπαρκές αναλυτικό πρόγραμμα, στην ενίσχυση κατάλληλου εκπαιδευτικού προσωπικού στις θέσεις των συμβούλων και των μεντόρων και στην οργάνωση μίας ουσιαστικής επιμόρφωσης προς όλους/ες τους/τις εκπαιδευτικούς, ώστε να διαμορφωθεί η κουλτούρα υγείας η οποία να στηρίζει τα σεξουαλικά και αναπαραγωγικά δικαιώματα των ατόμων. Αυτοί οι θεσμικοί και οργανωτικοί παράγοντες φαίνεται να είναι αλληλένδετοι με τους ατομικούς παράγοντες που αναδείχθηκαν στην παρούσα έρευνα και που επηρεάζουν εξίσου την ετοιμότητα των εκπαιδευτικών να διδάσκουν, αλλά και την ετοιμότητά τους να διαχειρίζονται αποτελεσματικά θέματα ΠΣΔ. Οι ατομικοί παράγοντες που αναδείχθηκαν στην ανάλυση των αποτελεσμάτων της παρούσας έρευνας αφορούν κυρίως στη μειωμένη εκπαιδευτική επάρκεια, στην άγνοια των ενδεδειγμένων χειρισμών και προσεγγίσεων, αλλά και στις προσωπικές θρησκευτικές και κοινωνικές πεποιθήσεις και αντιλήψεις τους. Επιπρόσθετα, οι ανησυχίες για πιθανές αντιδράσεις από τους γονείς/κηδεμόνες, τους/τις Διευθυντές/τριες, από τους/τις μαθητές/τριες αλλά και από άλλους/ες συνάδελφους/ισσες φαίνεται να είναι σημαντικοί ανασταλτικοί ατομικοί παράγοντες της ενίσχυσης της ετοιμότητας των εκπαιδευτικών. Τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας των εκπαιδευτικών φαίνεται επίσης να επηρεάζουν θετικά ή αρνητικά την ετοιμότητα των εκπαιδευτικών να διδάσκουν και να διαχειρίζονται θέματα ΠΣΔ. Περαιτέρω, εξίσου σημαντικός παράγοντας ο οποίος φαίνεται να ενισχύει την ετοιμότητα των εκπαιδευτικών είναι η συνεχής στοχευμένη και ουσιαστική επιμόρφωση, η οποία θα τους προσφέρει τα απαραίτητα εφόδια και δεξιότητες ώστε να μπορούν να διδάξουν και να διαχειριστούν τα θέματα της ΠΣΔ. Τα πορίσματα της έρευνας μπορούν να δώσουν ενδεχομένως κατευθύνσεις που σχετίζονται με τη βελτίωση της επαγγελματικής κατάρτισης και της εκπαιδευτικής ετοιμότητας των εκπαιδευτικών που ασχολούνται με τη διδασκαλία της ΠΣΔ. - PublicationΣχεδιασμός και υλοποίηση ενός εξ Αποστάσεως προγράμματος επιμόρφωσης για την ανάπτυξη κοινωνικών και ψηφιακών δεξιοτήτων των διευθυντικών στελεχών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης(Σχολή Επιστημών της Αγωγής, Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών, 2020-06-29)
;Μακρή, Αγορίτσα ;Βλαχόπουλος, Δημήτριος ;Βρυωνίδης, ΜάριοςΒλαχόπουλος, ΠαναγιώτηςΣύμφωνα με τις επιταγές της σύγχρονης παγκοσμιοποιημένης ψηφιακής κοινωνίας η διαδικασία της μάθησης για εκπαιδευτικούς δεν εξαντλείται με την ολοκλήρωση της πανεπιστημιακής τους εκπαίδευσης. Οι διευθυντές/ντριες, όντας ταυτόχρονα εκπαιδευτικοί λειτουργοί και διοικητικοί υπάλληλοι, για λόγους που απορρέουν από τη φύση του κοινωνικού, παιδαγωγικού και διοικητικού τους έργου, οφείλουν να είναι διαρκώς ενημερωμένοι/ες ως προς τις τρέχουσες εξελίξεις της επιστήμης τους, αλλά και για ζητήματα που σχετίζονται με το χώρο της εκπαίδευσης γενικότερα. Υπό το σκεπτικό αυτό, η διαρκής επιμόρφωση επιβάλλεται να αποτελεί ένα αναπόσπαστο και οργανικό τμήμα της προσωπικής και επαγγελματικής ανάπτυξης και εξέλιξης ηγετικών στελεχών εκπαίδευσης (Shantal, Halttunen, & Pekka, 2014). Για την επίτευξη αυτού του στόχου οι επιμορφωτικές δράσεις προϋποθέτουν τη δημιουργία ενός πλέγματος επιμορφωτικών προγραμμάτων με χαρακτήρα μορφωτικό, τα οποία επιβάλλεται να χαρακτηρίζονται από ευελιξία ως προς το χώρο και το χρόνο υλοποίησής τους, λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη τις ποικίλες υποχρεώσεις των διευθυντικών στελεχών ως ενηλίκων εκπαιδευόμενων. Για το λόγο αυτό η εξ Αποστάσεως Εκπαίδευση αποτελεί ένα παιδαγωγικό μοντέλο επιμόρφωσης, το οποίο υιοθετείται τα τελευταία χρόνια, με απώτερο σκοπό τον εμπλουτισμό των προσωπικών και επαγγελματικών γνώσεων των σχολικών ηγετών (Shepherd, 2015). Παράλληλα, οι διευθυντές/ντριες καλούνται να διαδραματίσουν κομβικό ρόλο στον εκσυγχρονισμό της εκπαίδευσης και να ανταποκριθούν σε πολυποίκιλους ρόλους, του ηγέτη της εκπαίδευσης, του παιδαγωγικού και μετασχηματιστικού ηγέτη για τη βελτίωση διδακτικών πρακτικών και του προωθητή της αλλαγής και της καινοτομίας στα σύγχρονα σχολεία (Turner, 2019). Επιπρόσθετα, οι σύγχρονες απαιτήσεις διαρκώς αυξάνονται, ενώ οι ίδιοι/ες αντιμετωπίζουν μία πληθώρα προκλήσεων πάσης φύσεως τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό περιβάλλον της σχολικής μονάδας. Ως εκ τούτου, οφείλουν να βρίσκονται σε διαρκή επιστημονική αναζήτηση, κριτική θεώρηση και αναστοχασμό των αναδυόμενων δεδομένων. Ταυτόχρονα, καθίσταται αναγκαίο να είναι ενδυναμωμένοι με σημαντικές γνώσεις, καθώς και κοινωνικές και ψηφιακές δεξιότητες και ικανότητες που θα τους επιτρέψουν να ενσαρκώνουν επιτυχώς τον ηγετικό τους ρόλο για την ενίσχυση της ποιότητας της εκπαίδευσης. Ο σκοπός της παρούσας διδακτορικής διατριβής ήταν διττός. Αφενός, έπειτα από την αναδίφηση της σύγχρονης ελληνόγλωσσης και ξενόγλωσσης βιβλιογραφίας, επιχειρήθηκε η 24 ανάδειξη της απουσίας διαδικτυακών προγραμμάτων επιμόρφωσης και επαγγελματικής ανάπτυξης διευθυντικών στελεχών αναφορικά με την ενίσχυση των κοινωνικών και ψηφιακών δεξιοτήτων τους. Αφετέρου, σκοπός της μελέτης αποτέλεσε ο εκπαιδευτικός σχεδιασμός ενός ψηφιακού περιβάλλοντος μάθησης για την υλοποίηση του προγράμματος κατάρτισης των διευθυντικών στελεχών στις κοινωνικές και ψηφιακές δεξιότητες του 21ου αιώνα. Ο πληθυσμός-στόχος της επιμόρφωσης ήταν οι κατέχοντες ηγετική θέση σε σχολεία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης. Η μελέτη δομήθηκε σε τέσσερα στάδια-φάσεις: στο πρώτο στάδιο διεξήχθη ενδελεχής βιβλιογραφική επισκόπηση για τον εντοπισμό του προβλήματος και την ανάδειξη του ερευνητικού κενού. Στο αμέσως επόμενο στάδιο, βάσει του μοντέλου εκπαιδευτικού σχεδιασμού ADDIE (Analysis, Design, Development, Implementation, Evaluation), αναπτύχθηκε ένα συνεργατικό περιβάλλον επιμόρφωσης, αφού λήφθηκαν υπόψη η μεθοδολογία και οι θεωρίες μάθησης για την εξ Αποστάσεως Εκπαίδευση και ηλεκτρονική μάθηση και οι αρχές Εκπαίδευσης Ενηλίκων. Επιπλέον, δημιουργήθηκε πλούσιο ψηφιακό επιμορφωτικό υλικό, στο οποίο ενσωματώθηκαν οι αρχές των θεωρητικών μοντέλων της αυτοκατευθυνόμενης και της συνεργατικής μάθησης. Στο τρίτο στάδιο πραγματοποιήθηκε η υλοποίηση του διαδικτυακού προγράμματος κατάρτισης μέσω του Συστήματος Διαχείρισης Μάθησης Blackboard Collaborate. Στο τελικό στάδιο της μελέτης διεξήχθη έρευνα αθροιστικής αξιολόγησης του συνολικού επιμορφωτικού προγράμματος, με σκοπό τον έλεγχο της αποτελεσματικότητάς του και την ανίχνευση προτάσεων-εισηγήσεων των ίδιων των επιμορφούμενων για την περαιτέρω βελτίωσή του. Η αξιολόγηση του προγράμματος κατάρτισης έδωσε έμφαση τόσο στα αποτελέσματα του προγράμματος όσο και σε διάφορες όψεις της επιμορφωτικής διαδικασίας. Με τον τρόπο αυτό επιχειρήθηκε μία αποτίμηση της ποιότητας της διαδικασίας αλλά και της "αποτελεσματικότητας" του επιμορφωτικού προγράμματος. Η προσπάθεια αξιολόγησης ακολούθησε τις αρχές της μεθοδολογίας της διαδικτυακής έρευνας. Τα εργαλεία συλλογής δεδομένων για την ποσοτική έρευνα που επιλέχθηκαν ήταν το ηλεκτρονικό ερωτηματολόγιο αποτίμησης του προγράμματος, ενώ για την παραγωγή ποιοτικών δεδομένων διεξήχθησαν ημιδομημένες διαδικτυακές συνεντεύξεις με διευθυντές/ντριες που είχαν ολοκληρώσει επιτυχώς το επιμορφωτικό πρόγραμμα. Παράλληλα, η ερευνήτρια προέβη σε διαδικτυακή παρατήρηση της πλατφόρμας τηλεκατάρτισης, στην οποία αναπτύχθηκε το επιμορφωτικό πρόγραμμα, προκειμένου να μελετήσει τις ηλεκτρονικές κοινότητες μάθησης των διευθυντικών στελεχών. 25 Τα συμπεράσματα της παρούσας μελέτης επιχείρησαν να δώσουν προστιθέμενη αξία στο χώρο της επιστημονικής έρευνας, καθώς ανέδειξαν την υπάρχουσα κατάσταση, με σκοπό να πυροδοτήσουν τη συζήτηση και τον επιστημονικό διάλογο. Ειδικότερα, η μελέτη επιχείρησε να συνεισφέρει προς την κατεύθυνση ανάπτυξης ενός νέου εκπαιδευτικού πλαισίου επιμόρφωσης και κατάρτισης ηγετικών στελεχών Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, στο οποίο θα λαμβάνονταν υπόψη οι δεξιότητες που προσλαμβάνει η επαγγελματική ανάπτυξη των διευθυντικών στελεχών στα πλαίσια του σύγχρονου εκπαιδευτικού γίγνεσθαι. Επιπλέον, αποτύπωσε τις γνώσεις και δεξιότητες που κρίνονται αναγκαίες όχι μόνο για τον επαγγελματικό στίβο των διευθυντών/ντριών εκπαίδευσης αλλά και για την κοινωνική τους ζωή, καθώς και για τις διαπροσωπικές τους σχέσεις.