International Commercial Law (LLM) / Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο (LLM)
Permanent URI for this collection
Browse
Browsing International Commercial Law (LLM) / Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο (LLM) by Title
Now showing 1 - 10 of 10
Results Per Page
Sort Options
- PublicationΓενικοί όροι συναλλαγών και καταχρηστικότητα : Νομικές προσεγγίσεις και προστασία του καταναλωτή σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο(Σχολή Νομικής : Μεταπτυχιακό στο Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο, 2025-03-10)
;Λαουδίκου, Γεωργία- ΑικατερίνηΜάρκου, ΧριστιάναΗ παρούσα μελέτη εξετάζει το νομικό πλαίσιο των γενικών όρων συναλλαγών και τη σχέση τους με την καταχρηστικότητα, εστιάζοντας στην προστασία των καταναλωτών τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αναλύει τη νομική βάση που διέπει τις τυποποιημένες συμβάσεις και τη σημασία των δικαστικών ερμηνειών στη διαμόρφωση ενός συνεκτικού καθεστώτος προστασίας. Παράλληλα, επισημαίνει τα προβλήματα εφαρμογής της νομοθεσίας, όπως η ανισορροπία πληροφόρησης, η πολυπλοκότητα των δικαστικών διαδικασιών και η ανάγκη για ενισχυμένους μηχανισμούς επιβολής. Η έρευνα αναδεικνύει τον ρόλο της ΕΕ στην εναρμόνιση των κανόνων και εξετάζει τις προκλήσεις που προκύπτουν από τον ψηφιακό μετασχηματισμό των συναλλαγών. Τέλος, προτείνει βελτιώσεις μέσω της ενίσχυσης της ρυθμιστικής εποπτείας, της εναλλακτικής επίλυσης διαφορών και της ευαισθητοποίησης των καταναλωτών, προκειμένου να διασφαλιστεί ένα δίκαιο και αποτελεσματικό σύστημα προστασίας στις συναλλαγές. - PublicationΕλεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων: Η απαγόρευση των μέτρων ισοδυνάμου αποτελέσματος με ποσοτικούς περιορισμούς στις εισαγωγές και η νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.(Σχολή Νομικής : Μεταπτυχιακό στο Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο, 2024-09-18)
;Γιαννιού, Αντώνιος -ΡαφαήλΤο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην προστασία της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, διαμορφώνοντας ένα σημαντικό νομολογιακό κεκτημένο που ερμηνεύει και εξειδικεύει τη λειτουργία του άρθρου 34 της Συνθήκης για την λειτουργεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) με έμφαση στα μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος με ποσοτικούς περιορισμούς στις εισαγωγές. Η εξέλιξη αυτή μπορεί να χωριστεί σε τέσσερεις βασικές περιόδους, ο οποίες αναλύονται διεξοδικά στα επιμέρους μέρη της παρούσας μελέτης. Στο πρώτο μέρος εξετάζεται η απόφαση Dassonville. Αυτή αποτελεί το σημείο εκκίνησης, παρέχοντας έναν ευρύ ορισμό των μέτρων ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικούς περιορισμούς, ο οποίος επιβεβαιώθηκε και συμπληρώθηκε από τη μεταγενέστερη νομολογία με ελάχιστες παραλλαγές. Αντικείμενο του δεύτερου μέρος αποτελεί η απόφαση Cassis de Dijon, η οποία καθιέρωσε τις θεμελιώδεις αρχές της αμοιβαίας αναγνώρισης και των επιτακτικών αναγκών. Στο τρίτο μέρος παρουσιάζεται η μεταστροφή της νομολογίας με τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 34 ΣΛΕΕ στην απόφαση Keck και Mithouard. Στο τέταρτο μέρος γίνεται αναφορά στις αποφάσεις «Trailers» και «Mickelson» με τις οποίες καθιερώθηκε το κριτήριο της πρόσβασης στην αγορά. Τέλος, η μελέτη ολοκληρώνεται με τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 36 ΣΛΕΕ, οι οποίες επιτρέπουν συγκεκριμένους περιορισμούς στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων με την τήρηση αυστηρών προϋποθέσεων. - Publication«Η εξωδικαστική επίλυση καταναλωτικών διαφορών στα πλαίσια των διεθνών εμπορικών σχέσεων: Ανάλυση των μηχανισμών εναλλακτικής επίλυσης διαφορών και της αποτελεσματικότητάς τους στην ελληνική έννομη τάξη»(Σχολή Νομικής : Μεταπτυχιακό : Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο :, 2025-03-09)
;Νάτσιας, ΕμμανουήλΜάρκου, ΧριστιάναΗ εναλλακτική επίλυση διαφορών συνιστά ένα σύγχρονο και ευέλικτο εργαλείο για την αντιμετώπιση συγκρούσεων καταναλωτικού χαρακτήρα, προσφέροντας λύσεις εκτός του παραδοσιακού δικαστικού συστήματος. Δεδομένης της εμβέλειας που διακατέχει το ζήτημα αυτό στις σχέσεις μεταξύ καταναλωτών και εμπόρων ο γενικός σκοπός της έρευνας επικεντρώνεται στην εκτίμηση της αποτελεσματικότητας των φορέων που άπτονται αντίστοιχων πρακτικών, εμβαθύνοντας στην ανάλυση της ικανότητάς τους να διασφαλίζουν την ισορροπία συμφερόντων μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών και να προάγουν τη δίκαιη, ταχεία και οικονομικά αποδοτική επίλυση διαφορών. Στο πλαίσιο αυτό, η έρευνα εξετάζει πρωτίστως δύο βασικά επιμέρους ζητήματα. Αρχικά, επικεντρώνεται στη συστηματική και λεπτομερή καταγραφή του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου που διέπει την μέθοδο, εντός της ελληνικής έννομης τάξης, ενώ στην συνέχεια δίνεται έμφαση στις αναμενόμενες τροποποιήσεις του θεσμικού πλαισίου, με στόχο την αξιολόγηση των επιπτώσεών τους στην εσωτερική αγορά. Η διεξοδική παράθεση και ερμηνεία αυτών των παραγόντων, σε συνδυασμό με την κριτική αξιολόγηση των εφαρμοζόμενων πρακτικών, συμβάλλει ουσιαστικά στην ενίσχυση των δυνατοτήτων διαμόρφωσης βέλτιστων προσεγγίσεων, καθιστώντας εφικτή την ανάπτυξη καινοτόμων λύσεων που θα ανταποκρίνονται στις διαρκώς μεταβαλλόμενες ανάγκες της σύγχρονης κοινωνίας. Με αφορμή την ανωτέρω προσέγγιση, εκδηλώνονται εποικοδομητικά πορίσματα αναφορικά με τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των μηχανισμών εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και των εμπόρων σε αυτές τις διαδικασίες, καθώς και τη συμβολή τους στη διαμόρφωση ενός πιο σταθερού και διαφανούς οικονομικού περιβάλλοντος. - Publication‘‘ Η κυπριακή προσέγγιση της ελεύθερης κυκλοφορίας προϊόντων κανναβιδιόλης και το ενωσιακό δίκαιο’’(Σχολή Νομικής : Μεταπτυχιακό Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο, 2022-11)
;Αρέστη, ΠάμελαΜάρκου, ΧριστιάναO κύριος σκοπός της έρευνας είναι να εξετάσει αρχικά το κυπριακό νομικό καθεστώς σε σχέση με τα προϊόντα κανναβιδιόλης και δευτερευόντως τη συμμόρφωση του με το ενωσιακό δίκαιο. Γίνεται αναφορά στο σχετικό νομικό πλαίσιο τόσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και της Κυπριακής Δημοκρατίας. Σκοπός είναι να διαχωριστεί η νομοθεσία που είναι σχετική με την κανναβιδιόλη προκειμένου να αναδειχθεί το αν τελικά είναι επιτρεπτό ή όχι το εμπόριο των προϊόντων κανναβιδιόλης. Μέσα από την έρευνα στην κυπριακή και ενωσιακή νομοθεσία εξετάζεται αν η κανναβιδιόλη αποτελεί είτε ναρκωτικό, είτε φάρμακο είτε τρόφιμο, και αν τα προϊόντα που περιέχουν αυτήν την ουσία μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα. Ένα προϊόν για να μπορέσει να κυκλοφορήσει ελεύθερα θα πρέπει να μην ανήκει στην κατηγορία των ναρκωτικών. Η κανναβιδιόλη δεν θεωρείται ούτε σε ενωσιακό αλλά ούτε και σε κυπριακό επίπεδο ως ψυχοτρόπως ουσία. Επίσης, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως φάρμακο εφόσον ως ουσία δεν τροποποιεί τις συνθήκες του ανθρώπινου οργανισμού. Σε ενωσιακό επίπεδο έχει αναδειχθεί ότι η κανναβιδιόλη μπορεί να θεωρηθεί ως τρόφιμο εφόσον ακολουθούνται οι όροι οι οποίοι καταγράφονται στον κανονισμό 178/2002, ενώ σε κυπριακό επίπεδο οι φαρμακευτικές υπηρεσίες έχουν κατατάξει όλα τα προϊόντα τα οποία φέρουν κανναβιδιόλη στην κατηγορία φαρμάκων, παραβλέποντας τις κατευθύνσεις της Ένωσης. Γενικότερα, τα περισσότερα κράτη μέλη βρίσκονται στο στάδιο που αναδιαμορφώνουν τις εθνικές τους νομοθεσίες προκειμένου να ακολουθήσουν τις κατευθυντήριες γραμμές της Ένωσης. Η Κυπριακή Δημοκρατία φαίνεται να επιβάλει εμπόδια στο ενδοκοινοτικό εμπόριο κατά τρόπο καταφατικό, πηγαίνοντας αντίθετα από τα όσα έχει νομολογιακά ξεκαθαρίσει το Δικαστήριο της Ένωσης, εφόσον συνεχίζει να κατατάσσει τα προϊόντα αυτά ως φάρμακα. - PublicationΗ σύγχρονη εταιρική πραγματικότητα και οι υποχρεώσεις συμμόρφωσης των εταιρειών σε θέματα ESG και κεφαλαιαγοράς σε συναρμογή με τη βιώσιμη ανάπτυξη(Σχολή Νομικής : Μεταπτυχιακό στο Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο, 2023-11-14)
;Οικονόμου, ΗλιάναΗ παρούσα εργασία πραγματεύεται τα νομικά ζητήματα, που άπτονται της ενσωμάτωσης των παραγόντων ESG, ως μέσου επίτευξης του στόχου της βιώσιμης ανάπτυξης, στην εταιρική πραγματικότητα και αξιολογεί τις συνέπειες των αλλαγών, που επήλθαν και κατά πόσον επιτυγχάνουν τον επιδιωκόμενο στόχο. Έτσι, παρουσιάζει τις πραγματοποιηθείσες αλλαγές, τους γενικότερους λόγους που τις επέβαλλαν, τον τρόπο που εισήχθησαν και τις σύγχρονες υποχρεώσεις συμμόρφωσης των εταιρειών, ως προς το εταιρικό δίκαιο και το δίκαιο της κεφαλαιαγοράς, μέσω της βιβλιογραφικής επισκόπησης και της νομικής ανάλυσης. Από την ανάλυση των ανωτέρω, προκύπτει αφενός, ότι η εταιρική και επενδυτική φιλοσοφία αλλάζουν σταδιακά, επιδιώκοντας πλέον βιώσιμο κέρδος, ήτοι κέρδος που προάγει την προστασία του περιβάλλοντος, της κοινωνίας και τη δίκαιη εταιρική διακυβέρνηση και αφετέρου, ότι οι σύγχρονες εταιρικές υποχρεώσεις συμμόρφωσης, σκοπεύουν στην επίτευξη βιωσιμότητας των εταιρειών και των προϊόντων τους και στην εξασφάλιση διαφάνειας σχετικά με αυτή για τα ενδιαφερόμενα μέρη. Τέλος, αξιολογήθηκε ότι ενώ οι αλλαγές κινούνται προς την ορθή κατεύθυνση, η αποτελεσματικότητά τους κρίνεται ανεπαρκής, ώστε πρέπει να ληφθούν μέτρα βελτίωσης. - PublicationΗ χρησιμότητα του νόμου περι αθέμιτων εμπορικών πρακτικών στην προστασία του κύπριου καταναλωτή μέσα από την επισκόπηση των αποφάσεων της υπηρεσίας προστασίας καταναλωτή(Νομική Σχολή : Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο, 2020-07-31)
;Αθανασιάδου, ΊρμαΜάρκου, ΧριστιάναH διατριβή αποσκοπεί στην ανάδειξη της χρησιμότητας του Νόμου 103(I)/2007 μέσα από τις αποφάσεις της Υπηρεσίας Προστασίας Καταναλωτή στην προστασία του καταναλωτή, παραθέτοντας το νομοθετικό πλαίσιο και εξετάζοντας τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές στους τομείς της ακίνητης ιδιοκτησίας, ασφάλισης και επένδυσης, στον τομέα του λιανικού εμπορίου αλλά και του τραπεζικού τομέα, σε συνάρτηση με τη μελέτη για τον έλεγχο καταλληλότητας της κοινοτικής νομοθεσίας για τους καταναλωτές και το μάρκετινγκ (πόρισμα για την Κύπρο) και τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την εφαρμογή της Οδηγίας 2005/29. Όπως θα τεκμηριωθεί, το νομοθετικό πλαίσιο, που απαγορεύει τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, είναι ιδιαίτερα χρήσιμο για τον κάθε καταναλωτή στην καθημερινότητα του και ενώ διαπιστώνεται πως τα κυπριακά δικαστήρια δεν επιλαμβάνονται διαφορών με αιτητές καταναλωτές στη βάση του Νόμου. Αναμένεται μεγαλύτερη αξιοποίηση στις ένδικες διαδικασίες λόγω της προσθήκης του δικαιώματος της ατομικής αποζημίωσης μέσω της Οδηγίας 2019/2161. - PublicationΟι prosumers ως καταναλωτές ή εμπορευόμενοι στο δίκαιο προστασίας καταναλωτή, κίνδυνοι και σχετικές διατάξεις(Σχολή Νομικής : Μεταπτυχιακό Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο, 2024-06-06)
;Τσίγκη, ΑνδριανήΜάρκου, ΧριστιάναΚύριος σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακή διατριβής είναι η κατανόηση της νομική θέσης των νέων παιχτών της αγοράς, των Prosumers, στα πλαίσια του ευρωπαϊκού δικαίου προστασίας καταναλωτών. Το ερώτημα που θα απαντηθεί είναι αν τελικά αυτά τα πρόσωπα είναι εμπορευόμενοι ή καταναλωτές όταν δραστηριοποιούνται στο ενωσιακό δίκαιο καταναλωτή, αν είναι επαρκή τα χαρακτηριστικά των δύο ορισμών όπως διατυπώνονται στη δευτερογενή νομοθεσία συναρτήσει της ερμηνείας τους από το ΔΕΕ, ώστε να ξεχωρίσουμε πότε το φυσικό πρόσωπο από καταναλωτής γίνεται εμπορευόμενος. Στο κυρίως μέρος της διατριβής γίνεται μια ανάλυση των ορισμών ‘καταναλωτή’ και ‘εμπορευόμενου’ βάση των οδηγιών και της νομολογίας του ΔΕΕ, με το σκεπτικό ότι αν υπάγονται σε μία από τις δύο κατηγορίες που ήδη αναγνωρίζονται στο υπάρχον δίκαιο προστασίας καταναλωτών, τότε αυτό κρίνεται επαρκές. Μπορεί όλοι οι prosumers να καλύπτονται από τον ένα ή τον άλλο ορισμό ή κάποιες κατηγορίες prosumers να καλύπτονται από την νομική προστασία του ενός και άλλες κατηγορίες από του άλλου ορισμού. Ακολούθως απαντάται το ερώτημα αν είναι καταναλωτές ή εμπορευόμενοι. Τέλος αναφέρονται κάποιοι κίνδυνοι ή προβλήματα που εντοπίζονται στη δραστηριότητα του ερευνώμενου υποκειμένου και με αναφορά σε ειδική υπάρχουσα ενωσιακή νομοθεσία. - PublicationΣυγκριτική επισκόπηση του δικαιώματος αποζημίωσης από παραβίαση των αντινταγωνιστικών διατάξεων στην ευρωπαϊκή έννομη τάξη και στην ομοσπονδιακή έννομη τάξη των ΗΠΑ(Νομική Σχολή : Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο, 2020-03-30)
;Χαλούλος, ΑλέξιοςΣταμέλος, ΧαράλαμποςΑντικείμενο της παρούσας μεταπτυχιακής διατριβής είναι το δικαίωμα αποζημίωσης από παραβίαση των αντιανταγωνιστικών διατάξεων στην ενωσιακή έννομη τάξη, την έννομη τάξη ορισμένων κρατών μελών της ΕΕ και την ομοσπονδιακή έννομη τάξη των ΗΠΑ. Η δυνατότητα έγερσης αγωγών αποζημίωσης αποτελεί ίσως την σημαντικότερη έκφανση της ιδιωτικής εφαρμογής του ανταγωνισμού. Στην ΕΕ η δυνατότητα αποζημίωσης των ζημιωθέντων από παραβίαση των αντιανταγωνιστικών διατάξεων προβλέφθηκε πρόσφατα με την Οδηγία 104/2014. Σύμφωνα με τις διατάξεις του ενωσιακού νομοθετήματος, η αποζημίωση ανέρχεται στο σύνολο της ζημίας των ζημιωθέντων, δικαίωμα έγερσης της σχετικής αγωγής έχουν τόσο οι άμεσοι, όσο και οι έμμεσοι αγοραστές, ενώ δεν προβλέπεται κάποια ρύθμιση για την άσκηση συλλογικών αγωγών. Απ’ την άλλη πλευρά, στην ομοσπονδιακή έννομη τάξη των ΗΠΑ, το δικαίωμα αποζημίωσης προβλέπεται, ήδη από το 1890, με το νόμο Σέρμαν. Ο νόμος Κλέιτον, ο οποίος τροποποίησε το Νόμο Σέρμαν, προβλέπει ότι η αποζημίωση ανέρχεται στο τριπλάσιο της ζημίας που υπέστησαν οι ζημιωθέντες. Περαιτέρω, σύμφωνα με τη νομολογία του Ανώτατου δικαστηρίου των ΗΠΑ, δικαίωμα έγερσης των σχετικών αγωγών έχουν μόνο οι άμεσοι αγοραστές, ενώ ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας των ΗΠΑ παρέχει τη δυνατότητα άσκησης συλλογικών αγωγών. Η συγκριτική επισκόπηση αποσκοπώντας στην σαφέστερη και σφαιρική κατανόηση των σχετικών νομικών ζητημάτων και θεσμών σε ΕΕ, κράτη μέλη της και ΗΠΑ αποτελεί και την πρωτοτυπία της εργασίας. - Publication«Συνέπειες & νομικά ζητήματα που ανακύπτουν από τη χρήση και εφαρμογή της ψηφιακής τεχνολογίας σε σχέση με το δικαίωμα της ισότητας (άρθρο 4 του Συντάγματος) και την εφαρμογή αυτού στην πράξη»(Σχολή Νομικής : Μεταπτυχιακό Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο, 2022-07-18)
;Δημητροπούλου, ΕυφροσύνηΣτυλιανίδης, ΕυρυπίδηςΗ ψηφιακή εποχή σε συνδυασμό με τον επαναστατικό χαρακτήρα των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) επιβάλλει έναν νέο διακανονισμό κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών σχέσεων και δοκιμάζει τα αντανακλαστικά του σύγχρονου νομοθέτη και τα θεμέλια του Συντάγματος. Η ανάδειξη της πληροφορίας στο πλέον βασικό συναλλακτικό αγαθό και η παράλληλη μεταφορά του συνόλου των καθημερινών δραστηριοτήτων στον κόσμο του διαδικτύου, δεσμεύει το Κράτος για τη λήψη εκείνων των μέτρων που θα εξασφαλίσουν καθολική και ισότιμη πρόσβαση στην Κοινωνία της Πληροφορίας (ΚτΠ). Η πραγματικότητα ωστόσο είναι πολύ διαφορετική με το ψηφιακό χάσμα και τις υφιστάμενες ανισότητες να απειλούν την κοινωνική συνοχή και να διαστρεβλώνουν την ουσία της ισότητας και της δημοκρατίας. Οι μελλοντικές εθνικές πολιτικές πρέπει να προσεγγίσουν το ζήτημα ολιστικά και να διασφαλίσουν ότι ο άνθρωπος και οι ανάγκες του παραμένουν πάντα προτεραιότητα. - PublicationΤο άλυτο ζήτημα της εμπορευσιμότητας των προσωπικών δεδομένων στην επιγραμμική κοινωνία(Σχολή Νομικής : Μεταπτυχιακό Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο, 2022-02)
;Ζέρβας, ΝικόλαοςΜάρκου, ΧριστιάναΗ είσοδος στην ψηφιακή εποχή «άνοιξε το δρόμο» για την αναθεώρηση και τη νομική αναγνώριση και κατοχύρωση σημαντικών πτυχών του δικαιώματος της Ιδιωτικής Ζωής των φυσικών προσώπων, καθώς τίθενται οι βάσεις για την δημιουργία μιας ελεύθερης ψηφιακής κοινωνίας, μέσα στην οποία οι καταναλωτές διαδραματίζουν πρωτεύοντα ρόλο τόσο για την ύπαρξη όσο και για την ομαλή λειτουργία της ψηφιακής αγοράς. Διακρίνονται όμως ζητήματα τα οποία θα τύχουν ανάλυσης στην παρούσα μελέτη, τα οποία σχετίζονται με τη νομική προστασία των προσωπικών δεδομένων και συγκεκριμένα με την εμπορευματοποίηση των προσωπικών δεδομένων των καταναλωτών και πως αυτά δύνανται να αποτελέσουν για τις επιχειρήσεις ένα μέσο χειραγώγησης και καταστρατήγησης των δικαιωμάτων των καταναλωτών ενώ, συνάγεται ότι, η Ιδιωτική ζωή ενός φυσικού προσώπου, αποτελεί ένα είδος «προϊόντος», το οποίο διασφαλίζει και συγκροτεί την ψηφιακή εσωτερική αγορά. Επίσης, θα διαφανεί ότι παρά τη θεσμοθέτηση τόσο του Γενικού Κανονισμού 679/2016, αλλά και των οδηγιών 2019/770 και 2019/2161, οι οποίες εισήγαγαν και αναγνώρισαν την ύπαρξη των ψηφιακών συμβάσεων και την παροχή προσωπικών δεδομένων ως ένα είδος «ανταλλάγματος», διακρίνεται ότι, η προστασία που εισήχθη για τα προσωπικά δεδομένα του ατόμου δεν τα διαφυλάσσει από πρακτικές οι οποίες τα καθιστούν «πηγή κέρδους». Αναγνωρίζεται, επομένως, ότι τόσο το δευτερογενές όσο και το πρωτογενές Ενωσιακό νομοθετικό πλαίσιο αποστασιοποιείται από την αναγνώριση της ταυτότητας των δεδομένων στις ψηφιακές συμβάσεις, και εναποθέτει την ευθύνη προσδιορισμού και κατοχύρωσης στα κράτη μέλη. Η πρακτική αυτή παρουσιάζει το παράδοξο ότι, παρά την ύπαρξη ενός καινοτόμου πλαισίου προστασίας των προσωπικών δεδομένων, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν αναγνωρίζει τα προσωπικά δεδομένα ως αντιπαροχή σε θεωρητικό επίπεδο, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα. Αποτέλεσμα του παράδοξου είναι, να μη καθίσταται ευδιάκριτο το νόμιμο ή μη, πρακτικών όπως είναι η προσωποποιημένη στόχευση, η χειραγώγηση, και ο περιορισμός της αυτονομίας του καταναλωτή.